Ευθύνη του θεματοφύλακα από αλλότριες πράξεις
- Admin
- 1 Μαρ 2007
- διαβάστηκε 12 λεπτά
Στοιχεία Απόφασης
Δικαστήριο : Εφετείο Πειραία
Αριθμ. απόφασης: 238
Έτος : 2007
Κείμενο Απόφασης
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 16 Νοεμβρίου 2006, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Δ.Μ, κατοίκου...Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Αναστασίου Αποστολόπουλου (με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ- ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «D*»: που εδρεύει στο ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου της δικηγόρου ... (με δήλωση 1 του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ):
Ο εκκαλών -εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 12-7-2002 και με αριθ. εκθ. καταθ. …/2005 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθ. 523/2006 οριστική απόφασή του που δέχτηκε εν μέρει την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν και τα δύο διάδικα μέρη με τις από 3-5-2006,3-5-2006 και με αριθ. εκθ. καταθ. ...2006, 456/2006 εφέσεις τους αντίστοιχα.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις προτάσεις που κατέθεσαν.
Το Δικαστήριο μελέτησε τη δικογραφία
και σκέφτηκε κατά το Νόμο
Η κρινόμενη από 3-5-2006 έφεση του ενάγοντος και η υπό κρίση από 3-5-2006 αντίθετη έφεση της εναγομένης κατά της υπ' αριθμό 523/2006 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που εκδόθηκε κατά τη τακτική διαδικασία έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 495 παρ. 1,511,513,5116 και 518 παρ. 1 του Κ.ΠολΔ. Πρέπει επομένως να γίνουν τυπικά δεκτές και αφού συνεκδικαστούν, κατ' άρθρο 246 του ΚΠολΔ, επειδή υπάγονται στην ίδια διαδικασία και με τη συνεκδίκασή τους διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχέται μείωση των εξόδων, θα πρέπει να εξεταστούν στη συνέχεια κατ’ ουσία, δηλαδή ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους κατά την ίδια ως άνω διαδικασία κατ' άρθρο 533 παρ. 1 του ΚΠολΔ.
Ο ενάγων με την από 2-7-2002 αγωγή του εyώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς ισχυρίστηκε ότι στις 19-7-2000 αγόρασε κατά κυριότητα από την εναγομένη ενα πνευστό (φουσκωτό) ταχύπλοο σκάφος τύπου … 64'1 μήκους 7 μέτρων με πολυεστερική γάστρα, με το όνομα «Ν..», με αριθμό λεμβολογίου … με εξώλέμβια μηχανή ΜERCURY EFI 225 ίππων ιπποδυνάμεως,, η οποία έφερε ως βελτιωτικό εξάρτημα τρίφτερη ανοξείδωτη έλικα προωθήσεως (προπέλα) τύπου (MIRACE PLUS ΙΙ». Ότι στις: 20-3-2002 κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων η εναγομένη παρέλαβε το ως άνω σκάφος στις εγκαταστάσεις της στην έδρα της το Κορωπί προκειμένου να προβεί επί του σκάφους και της μηχανής στις απαιτούμενες εργασίας συντηρήσεως καί επισκευής αντί εργολαβικής αμοιβής της ειθισμένης για τις εργασίες αυτές. Ότι κατά το χρονικό διάστημα αφ'ώρας 14.00 της 21-4-2002 έως 07.00 της 22-4-2002 άγνωστος ή άγνωστοι δράστες εισήλθαν στις εγκαταστάσεις της εναγομένης και στη συνέχεια αφαίρεσαν και ιδιοποιήθηκαν παράνομα την ως άνω μηχανή χωρίς ποτέ να ανευρεθούν οι δράστες. Ότι η εν λόγω κλοπή οφείλεται στην παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά και συγκεκριμένη παράλειψη της εναγομένης να λάβει τα κατάλληλα προφυλακτικά και αποτρεπτικά μέσα παρεμπόδισης της εν λόγω κλοπής. Ότι συνεπεία της εν λόγω κλοπής ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει 1) ως αποζημίωση την αξία της μηχανής στην κατάσταση που ευρισκόταν κατά το χρόνο παράδοσης ποσού 15.553,9 ευρώ, την αξία της προπέλας ποσού 1027 ευρώ και 2) ως χρηματική ικανοποίηση, για την ηθική βλάβη (στενοχώρια) που δοκίμασε από την κλοπή των ως άνω πραγμάτων το ποσό των 5.869,4 ευρώ νομιμότοκα από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής μέχρι εξοφλήσεως. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του απορρίπτοντας ως μη νόμιμη την περί αδικοπραξίας βάση της αγωγής περί επιδικάσεως στον ενάγοντα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης δέχτηκε κατα τα λοιπά εν μέρει την αγωγή επιδικάζοντας σ' αυτόν (στον 1ενάγοντα) ως αποζημίωση το ποσό των 9.080,56 ευρώ νομιμόίτοκα από της επομένης της επιδόσεως της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται τώρα οι διάδικοι με τις κρινόμενες εφέσεις τους για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμσyή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν α) ο ενάγων να γίνει δεκτή η έφεσή του να μεταρρυθμιστεί η εκκαλουμένη έτσι ώστε να γίνει στο σύνολ.ό της δεκτή η ως άνω αγωγή του ) η εναγομένη να γίνει δεκτή η έφεσή της να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη και στη συνέχεια vα. απορριφθεί η ως άνω αγωγή του αντιδίκου της.
Η έννοια της σύμβασης παρακαταθήκης παρέχεται από τη διάταξη του άρθρου 822 του ΑΚ, και είναι η σύμβαση με βάση την οποία ο θεματοφύλακας παραλαμβάνει από τον παρακαταθέτη για φύλαξη κινητό πράγμα με την υποχρέωση απόδοσής του όταν ζητηθεί. Βασική και κύρια υποχρέωση του θεματοφύλακα που πηγάζει από την σύμβαση -παρακαταθήκης είναι η υποχρέωση φύλαξης του πράγματος. Υποχρέωση όμως φύλαξης ξένου πράγματος μπορεί να προκύψει και στα πλαίσια άλλης έννομης σχέσης στην οποία βασική και κύρια υποχρέωση του οφειλέτη δεν αποτελεί η φύλαξη ξένου πράγματος. Έτσι η υποχρέωση φύλαξης ξένου πράγματος ως παρεπόμενη υποχρέωση μπορεί να εμφανιστεί ως μέρος της κύριας υποχρέωσης του οφειλέτη βάσει άλλης επώνυμης κατά κανόνα κύριας σύμβασης (βλ. Εφ.Πειρ 1058/1999 Ελλ. Δικ. 2001,16671 και Νοβ 2001,1175). Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 330 και 332 του ΑΚ. με τις διατάξεις των άρθρων 822 και 823 εδάφιο τελευταίο του ίδιου κώδικα συνάγεται ότι όταν ο θεματοφύλακας με τη σύμβαση παρακαταθήκης, η οποία μπορεί να είναι είτε αυτοτελής είτε και παρεπόμενη βάσει άλλης επώνυμης κατά κανόνα σύμβασης (όπως για παράδειγμα μίσθωσης έργου, μίσθωσης πράγματος, χρυσιδανείου κλπ) αν λαμβάνει την φύλαξη του πράγματος που του παραδόθηκε έναντι αμοιβής, ευθύνεται έναντι του παρακαταθέτη σε αποζημίωση για κάθε ζημία του που του προκάλεσε από την αθέτηση της υποχρέωσής του για τη φύλαξη του παρακατατεθέντος πράγματος για οποιοδήποτε πταίσμα του (βλ. ΑΠ 1059/1099 ΕλΔικ 1999,1076-Εφ.Πειρ 1058/1999ΕλλΔικ 42,1677 Εφετ. Αθην l5782/1999 ΕλλΔικ 2001,1673 και ΝοΒ 2001,411).Δηλαδή ο παρακαταθέτης ευθύνεται για δόλο και αμέλεια κατ' άρθρο 330 του ΑΚ.
Ειδικότερα αμέλεια υφίσταται όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές δηλαδή όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που γενικά καταβάλλει ο μέσος συνετός άνθρωπο στον κύκλο της επαγγελματικής του δραστηριότητας (Βλ. Εφ. Αθ.6685/2004 ΕλλΔικ 2005,909). Ο παρακαταθέτης για τη θεμελίωση της αγωγής του οφείλει να επικαλέστεί και να αποδείξει τη σύμβαση παρακαταθήκης και την αξία του πράγματος, όχι όμως και την υπαιτιότητα του θεματοφύλακα για την αυτούσια απόδοση του πράγματος. Ο τελεύταίος για να απαλλαγεί της σχετικής υποχρεώσεώς του πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει ότι συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 336 του ΑΚ, ότι δηλαδή η αδυναμία αποδόσεως του πράγματος οφείλεται σε γεγονός για το οποίο αυτός δεν έχει ευθύνη (βλ. ΑΠ 1645/2005 ηλεκτρονική διεύθυνση Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών INTRACOM-NOMOS- ΑΠ 1361/1991 Ελ. Δικ. 33,1196 Εφ. Πειρ. 284/2003 Πειρ. Νόμ 2003,222-Εφ Θεσ. 2238/1989 ΕλΔικ 32, 1364). Τέλος αν ο παρακαταθέτης είναι και κύριος του πράγματος που δόθηκε για παρακαταθήκη και ο θεματοφύλακας από αμέλεια βλάψει το πράγμα που παρακατατέθηκε τότε η ευθύνη του θεμελιώνεται τις διατάξεις περί αδικοπραξίας των άρθρων 914 επομ. του ΑΚ δηλαδή πρόκειται περί συρροής αξιώσεων. Αυτά δε επειδή και χωρίς την συμβατική σχέση διαπραττόμενη η εν λόγω παρακαταθήκη θα ήταν και πάλι παράνομη, διότι αντίκειται στο επιβαλλόμενο από το δίκαιο γενικό καθήκον του να μη ζημιώνει κανείς άλλον υπαιτίως, χωρίς προς τούτο να απαιτείται και η συνδρομή κάποιου άλλου στοιχείου (Βλ. Ειδ. Ενοχ. Δίκαιο Κ. Καυκά υπ' άρθρb 822 παραγρ.3,824 πραγρ. 3 και 914 παραγρ. 3- Ολ ΑΠ 967/1973 ΝοΒ 22,505-ΑΠ 1361/1991 ΕλΔικ 33,1196-Εφ. Αθ. 6685/2004 ΕλλΔικ 2805,909). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρών 914 και 932 του ΑΚ συνάγεται ότι για τη γέννηση ευθύνης προς αποζημίωση η χρηματική ικανοποίηση από αδικοπραξία πρέπει να υπάρχει α) ανθρώπινη συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια σε έλευση της ζημίας και η αιτιώδης συνάφεια της επιζήμια συ περιφοράς του οφειλέτη και της ζημίας του δανειστή. Από τις διατάξεις αυτές, ενόψει και των ορισμών των άρθρων 330 και 15 του Π.Κ συνάγεται ότι, παράνομη είναι κάθε, χωρίς δικαίωμα, συντελούμενη προσβολή των δικαιωμάτων ή συμφερόντων άλλου που προστατεύονται από το νόμο. Η εν λόγω παράνομη συμπεριφορά έναντι άλλου ως όρος της αδικοπραξίας ,μπορεί να συνίσταται όχι μόνο σε θετική πράξη αλλά, και σε παράλειψη, εφόσον στην τελευταία περίπτωση εκείνος που υπέπεσε στην παράλειψη, είχε ιδιαίτερα νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του ζημιογόνου αποτελέσματος (γεγονότος), δηλαδή ήταν υποχρεωμένος σε θετική πράξη παρεμποδίσεως από το νόμο ή από την δικαιοπραξία ή από την, κατά τις διατάξεις των άρθρων 281 και 288 του ΑΚ, αρχή της καλής πίστεως, όπως αυτή διαμορφώνεται κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη, η οποία αρχή του επιβάλλει την ενδεδειγμένη θετική ενέργεια προς αποτροπή ζημίας σε κάθε περίπτωση που μπορούσε να δημιουργηθεί επικίνδυνη ζημιογόνος κατάσταση σε βάρος άλλου ήτοι του δανειστή (Βλ. ΑΠ 906/2001 Ελλ Δικ. 44112 ΑΠ 5/2001 ΕλλΔικ 42,671-ΑΠ 820/2002 Ελλ Δικ 44,967-Εφ Α . 6685/2004 ΕλλΔικ. 46,909). Αντίθετα επί αδικοπραξίας το βάρος της απόδειξης της υπαιτιότητας του εναγομένου κατά κανόνα (εξαιρουμένων ορισμένων ειδικών περιπτώσεων αδικοπραξίας όπου ισχύει η αντικειμενική ή η νόθος αντικειμενική ευθύνη) το φέρει ο ενάγων ζημειωθείς κατ'άρθρο 338 παρ. 1 του ΚΠολΔ) (Βλέπε Ειδικό Ενοχικό Γεωργιάδη- Σταθόπουλου υπ'αρθρ. 914-938 αριθμός 60- Ενοχ Δίκαιο Β Μέρος Ειδικό, Εκδ.Β, Παν. Ζέπου σελ. 726,727-ΑΠ 68ο/1999 Ελ.Δικ 2000, 344-Εφ.Πεφ.301/2001 ΝΌΒ 2002,125 και Αρμ 2002,882).
Ο ενάγων με τον δεύτερο λόγο της εφέσεώς του ισχυρίζεται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του ερμηνεύοντας εσφαλμένα το νόμο απέρριψε το αίτημά του, περί χρηματικής ικανοποιήσεως του λόγω ηθικής βλάβης, εκ του λόγου ότι δεν υπάρχει αδικοπρακτική βάση στην κρινόμενη αγωγή του, ενώ στην πραγματικότητα η αγωγή του έχει και αδικοπρακτική βάση συνισταμένη στην παράνομη αι υπαίτια εκ παραλείψεως συμπεριφορά της εναγομένης ήτοι στη μη ασφαλή φύλαξη του προς συντήρηση και επισκευή άφους του. Ο λόγος αυτός της εφέσεως, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα στη μείζονα πρόταση περί παράλληλης αδικοπρακτικής ευθύνης του θεματοφύλακος με αυτή εκ της συμβάσεως σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 του Κ.ΠολΔ, είναι νόμω βάσιμος γιαυτό και θα πρέπει στη συνέχεια να εξεταστεί κατ' ουσία. Έχει δε αδικοπρακτική βάση η αγωγή επειδή ο ενάγων ισχυρίζεται ότι ήταν κύριος του παρακατατεθέντος πράγματος και επειδή η εναγομένη ήταν υποχρεωμένη στη διαφύλαξη του σκάφους δηλαδή είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση στη διαφύλαξη του σκάφους (του ενάγοντος) και στην παρεμπόδιση της ισχυριζόμενης από τον ενάγοντα κλοπής.
Από την επανεκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων της αποδείξεως και ανταποδείξεως που εξετάστηκαν ένορκα στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του ίδιου Δικαστηρίου και από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται για να ληφθούν υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, με τη σημείωση ότι η συρραφή και η ενσωμάτωση ολοκλήρου του κειμένου των προτάσεων της εναγομένης που είχαν υποβληθεί στον πρώτο βαθμό, στις προτάσεις του παρόντος βαθμούς χωρίς ειδική μνεία στις τελευταίες των ισχυρισμών που επαναφέροvται με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των πρώτων που τις περιέχουν δεν είναι νόμιμη κατ' άρθρο 240 παρ. 1 το Κ.ΠολΔ και συνεπώς δεν λαμβάνονται υπόψη (Βλ. Ολ ΑΠ 55 /1974 Δίκη 51500-ΑΠ 1011/1994 Ελ.Δικ. 37,131-ΑΠ 438/ 993 ΕλΔικ 36,1983-Εφ.Αθ. 5084/2001 Ελ.Δικ 2003,1412) Ο ενάγων αγόρασε κατά πλήρη κυριότητα στις 19-7-2000 από την εναγομένη ένα πνευστό (φοuσκωτό) ταχύπλοο σκάφος με πολυεστερική γάστρα μήκους 6,40 μέτρων τύπου «… 641» το οποίο έφερε την ονομασία «…»με αριθμό λεμβολογίου.... Το σκάφος αυτό έφερε ως προωστική μηχανή μία εξωλέμβια μηχανή τύπου «ΜERCURY EFI», 225 ίππων, βάρους 206 χιλιογράμμων, αξίας κατά το χρόνο κτήσεώς της, όπως προκύπτει από τον μετ' επικλήσεως προσκομιζόμενο τιμοκατάλογο μηχανών θαλάσσης για το έτος 2000 που είναι ενσωματομένος στο περωδικό « δια θαλάσσης», 5.157.000 δραχμών ή 15.134,26 ευρώ. Στη μηχανή αυτή είχε αντικατασταθεί, η προπέλα, της με τρίφτερη ανοξείδωτη (έλικα προωθήσεως) (τύπου« MIRAGE PLUS ΙΙ» ως βελτιωτικό της ταχύτητας του σκάφους εξάρτημα, αξίας όπως δεν αμφισβητείται από την εναγομένη, 350.000 δραχμών ή 1027 ευρώ. Η εναγομένη ασχολείται με την κατασκευή και εμπορία σκαφών αναψυχής διαφόρων τύπων καθώς και με την εμπορία μηχανών θαλάσσης και εν γένει εξοπλισμού σκαφών. Στα πλαίσια της επαγγελματικής της δραστηριότητας αναλαμβάνει με αμοιβή την συντήρηση και επισκευή των μηχανών και τω σκαφών που κατασκευάζει ή εμπορεύεται στις εγκαταστάσεις της στο ... Αττικής (Λεωφόρο ...αριθμός..) από το απόλυτα εξειδικευμένο προσωπικό της. Στα πλαίσια της δραστηριότητάς της αυτής, στις 20-3-2002, κατόπιν συμφωνίας με τον ενάγοντα ανέλαβε (η εναγομένη) την υποχρέωση δια των προεστημένων οργάνων της να προβεί επί τους ως άνω σκάφους και της μηχανής (του ενάγοντος) στις απαιτούμενες ετησίες εργασίες συντήρησης και επισκευής, ώστε να είναι απολύτως αξιόπλοο την καλοκαιρινή περίοδο του έτους 2002, αντί εργολαβικής αμοιβής της συνηθισμένης για τις εργασίες αυτές. Για τις εργασίες αυτές συμφωνήθηκε να μεταφερθεί το εν λόγω σκάφος με την μηχανή του στις εν λόγω εγκαταστάσεις της εναγομένης. 'Ετσι η εναγομένη διά των προεστημένων οργάνων τής για την πιστή εκτέλεση της συμβάσεως αυτής παρέλαβε το αυτό μετά της μηχανής του από την οικία του ενάγοντος στον Καραλά και το μετέφερε στις πιο πάνω εγκαταστάσεις της, ο δε ενάγων μετά ταύτα ανέμενε σχετική ειδοποίηση της εναγομένης ότι οι εργασίες συντηρήσεως και επισκευής περατώθηκαν, ώστε να καταβάλει τη συνηθισμένη για την περίπτωση εργολαβική αμοιβή και να παραλάβει το σκάφος του, Εξυπακούεται ότι η ως άνω συμφωνημένη συνηθισμένη εργολαβική αμοιβή συμπεριλάμβανε και αμοιβή για την κατάληψη πολύτιμου χώρου των εγκαταστάσεων της εναγομένης και για την φύλαξη ου σκάφους αυτού κατά το αναγκαίο χρονικό διάστημα της συντηρησης και επισκευής του. Δηλαδή στα πλαίσια της συμβάσεως μισθώσεως έργου που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα στη μείζονα πρόταση της παρούσας απόφασης, καταρτίσθηκε ως απολύτως αναγκαία την πιστή εκτέλεση της εν λόγω συμβάσεως (μισθώσεως έργου) και μία παρεπόμενη σύμβαση παρακαταθήκης (του εναγομένη αρνείται τη σύμβαση παρακαταθήκης χωρίς τον ισχυρισμό της αυτό να τον συνδέει και με κάποιο άλλο, πειστικό του ισχυρισμού της, γεγονός, όπως για παράδειγμα, ότι ο ενάγων δεν συνεμορφώθη προς τα συμφωνηθένα και εγκατάλειψε το σκάφος του αδικαιολόγητα δεδομένου ότι η συντήρηση και η επισκευή του σκάφους και της μηχανής θα διαρκούσε μικρό χρονικό διάστημα εν γνώσει του ενάγοντος οποίος έπρεπε να περιμένει στις εγκαταστάσεις της εναγομένης την περάτωση των εργασιών ώστε να παραλάβει το σκάφος αφου προηγουμένως, είχε καταβάλει το εργολαβικό αντάλλαγμα. Το ως άνω σκάφος τα προεστημένα όργανα της εναγομένης το τοποθέτησαν σε προϋπάρχουσα κενή θέση ένα μέτρο από την με συρματόπλεγμα ύψους 2 μέτρων περίφραξη του εξωτερικού χώρου των εγκαταστάσεών αυτής που έχουν έκταση 10 στρεμμάτων. Η έκταση αυτή εποπτεύεται ελλεiπώς με 14 κάμερες μόνο κατά την διάρκεια της ημέρας και μόνο ως προς το κεντρικό μέρος των εγκαταστάσεων. Τις μη εργάσιμες ώρες της ημέρας υπάρχει φύλακας και σκυλιά τα οποία τον ακολουθούν κα{ά τη φύλαξη πλην όμως δεν μπορεί να εποπτεύσει επαρκώς τον ως άνω χώρο λόγω της εκτεταμένης εκτάσεως των 10 στρεμμάτων και των κτιρίων που πρέπει να εποπτεύσει. Ο φωτισμός τη νύκτα στις εγκαταστάσεις της εναγόμενης ήταν ελλιπώς με συνέπεια ο φύλακας να χρησιμοποιεί ηλεκτρικό με μπαταρίες φανό. Κατά το χρονικό διάστημα αφ' ώρας 14.00 της 21-4-2002 μέlρι την 07.00 της 22-4-2002 άγνωστος ή άγνωστα άτομα επωφελούμενα από την ελλιτή φύλαξη του χώρου των εγκαταστάσεων της εναγομένης εισήλθαν εντός αυτού και αφήρεσαν (έκλεψαν) την ως άνω μηχανή του ενάγοντος χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Η εν λόγω κλοπή οφείλεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα της εναγομένης και του προεστημένου φύλακα αυτής η οποία συνίσταται στην ελλιπή εποπτεία και φύλαξη των ως άνω εγκαταστάσεων συνεπεία των προδιαληφθέντων ελλείψεων.
Αντίθετα δεν αποδείχτηκε από την εναγομένη κανένά γεγονός που να αναιρεί την ευθύνη της κατ' άρθρο 336 παρ. 1 του ΑΚ. Το γεγονός ότι στις εγκαταστάσεις της εναγομένης υπήρχε πινακίδα « περί μη ευθύνης της για την μερική ή ολική απώλεια των σκαφών και ότι πρέπει να ασφαλίζουν τα, σκάφη τους» σε τίποτε δεν την οφελεί αφού δεν αποδείχτηκε ότι πράγματι ο ενάγων συμφώνησε με το περιεχόμενο της εν λόγω πινακίδα στα πλαίσια των διατάξεων των άρθρων 332 και 334 του ΑΚ. Εν πάση περιπτώσει η ασφάλιση του σκάφους εκ μέρους του ενάγοντος για την περίπτωση κλοπής σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να ωφελήσει την υπαίτια εναγομένη η οποία σε περίπτωση ασφαλίσεως του σκάφους θα εκαλείτο εξ αναγωγής να καταβάλει στην ασφαλιστική εταιρία το καταβληθέν στον ασφαλισμένο ενάγοντα ασφάλισμα. Την κλοπή της μηχανής, ο ενάγων μαζί με την προεστημένη υπάλληλο της εναγομένης Α* τη δήλωσαν στο ΑΤ Κορωπίου την 10.00' ώpα της 22-4-2002. Στη δήλωση τους αυτή που καταχωρήθηκε οικείο Βιβλίο Αστυνομικών Συμβάντων εμπεριέχεται και η κοινή εκτίμησή τους ότι η αξία της απωλεσθείσης μηχανής ανέρχεται(στο ποσό των 14.000 ευρώ. Η κοινή αυτή εκτίμηση ανταποκρίνεται προς την πραγματικότητα επειδή η εν λόγω μηχανή ήταν σχεδόν καινούργια με 60 ώρες λειτουργίας. Συνεπώ,ς εφόσον λόγω απωλείας η εναγομένη αδυνατεί να αποδώσει στον ενάγοντα την ως άνω μηχανή του θα πρέπει να του καταβάλεi ως αποζημίωση την αξία αυτής η οποία ανέρχεται στο ποσό τών 14.000 ευρώ. Πέραν αυτού η εναγομένη οφείλει ως χρηματίκή ικανοποίηση, για την ηθική βλάβη που δοκίμασε ο ενάγων από την απώλεια της μηχανής του και των εντεύθεν ακινησία του σκάφους του ιδίως κατά τη θερινή περίοδο του 2002, το ποσό ων 1000 ευρώ. Ενόψει του γεγονότος ότι ουδεμία υπαιτιότητα βαρύνει τον ενάγοντα, το ποσό αυτό της χρηματικής ικανοποίησης είναι ανάλογο της βαρύτητας του πταίσματος της εναγομένης και των προεστημένων αυτής οργάνων της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των διαδίκων και των συνθηκών κάτω από, τις οποίες εκλάπη η εξωλέμβια μηχανή του ενάγοντονς. Συνεπώς το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έπρεπε να είχε επιδικάσει ως αποζημίωση στον ενάγοντα το ποσό των 15.000 ευρώ (14.000ευρώ ως αποζημίωση για την εξωλέμβια μηχανή συν 1000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση ίσον 15.000 ευρώ). Όμως το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη αποφασή του με το να απορρίψει το αίτημα- βάση της αγωγής περί χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης συνεπεία αδικοπραξίας και με το να επιδικάσει στον ενάγοντα σε βάρος της εναγομένης μειωμένη αποζημίωση ποσού 9.080,56 ευρώ νομιμότοκα, κατά το αίτημα της αγωγής, από της επομένης της επιδόσεωί; της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και λανθασμένα έκρινε. Κατ' ακολουθία αυτών θα πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση του ενάγοντος κατά τα ανωτέρω και να απορριφθεί η έφεση της εναγομένης, τα όσα δε αντίθετα ισχυρίζονται οι διάδικοι με τις κρινόμενες εφέσεις τους κρίνονται απορριπτέα ως αβάσιμα. Στη συνέχεια θα πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, το δε Δικαστήριο αυτό αφού κρατήσει την υπόθεση αυτή προς εκδίκαση σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 535 παρ.1 του ΚΠολΔ και δικάσει την αγωγή θα πρέπει αφού απορρίψει όσα κρίθηκαν απορριπτέα στο σκεπτικό της παρούσας να την κάνει εν μέρει δεκτή κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα. Τέλος θα πρέπει το Δικαστήριο τούτο επιμερίζοντας την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αυτών να καταδικάσει την εναγομένη στην εν μέρει δικαστική' δαπάνη του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας κατ'άρθρ. 178 και 183 του ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις αντίθετες εφέσεις τους
Δέχεται τυπικά την έφεση της εναγομενης και τηv απορρίπτει κατ'ουσία
Δέχεται τυπικά και στην ουσία της την έφεση του εναγοντος
Εξαφανίζει την υπ'αριθμό 523/2006 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς
Κρατεί την υπόθεση προς εκδίκαση στο παρόν Δικαστήριο
Δικάζοντας την αγωγή απορρίπτει όσα κρίθηκαν στο σκεπτικό της παρούσας απόφασης απορριπτέα
Δέχεται εν μέρει την αγωγή
Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα νομιμότοκα από της επομένης της επιδόσεως της αyωγής μέχρις εξοφλήσεως το ποσό των δέκα πέντε χιλιάδων (15000) ευρώ
Καταδικάζει την εναγομένη στην εν μέρει δικαστική δαπάνη του ενάγοντος και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας τη οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1000) ευρώ
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 1η Μαρτίου2007 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού στις 29 Μαρτίου 2007 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων.
