Απόρριψη αγωγής απαίτησης από τιμολόγια λόγω πραγματικών ελαττωμάτων του πράγματος
- Admin
- 1 Ιουν 2003
- διαβάστηκε 6 λεπτά
Στοιχεία Απόφασης
Δικαστήριο: Εφετείο Αθηνών
Αιρθμ. Απόφασης: 4568
Έτος: 2003
Περίληψη
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 534, 535, 540 και 547 του Α.Κ. προκύπτει ότι αν το πράγμα που πωλήθηκε κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή έχει πραγματικά ελαττώματα που αναιρούν ή μειώνουν ουσιωδώς την αξία ή τη χρησιμότητά του ή λείπει συμφωνημένη ιδιότητά του, ο αγοραστής δικαιούται να ασκήσει το διαπλαστικό δικαίωμα να αναστρέψει την πώληση με δήλωσή του, η οποία, χωρίς να υποβάλλεται σε κάποιο τόπο, επιφέρει από την περιέλευσή της στον πωλητή την ανατροπή της σύμβασης της πώλησης. Η πώληση ανατρέπεται αναδρομικά με αποτέλεσμα να αποσβένυνται τα δικαιώματα που πηγάζουν από αυτή και δεν είχαν εκπληρωθεί και να γεννώνται υποχρεώσεις των μερών για αμοιβαία επιστροφή των παροχών που τυχόν καταβλήθηκαν. Αν ο πωλητής αμφισβητήσει ότι ο αγοραστής είχε το δικαίωμα αναστροφής, μπορεί να ασκηθεί είτε από τον αγοραστή είτε από τον πωλητή αναγνωριστική αγωγή με αίτημα την αναγνώριση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας του δικαιώματος αναστροφής.
Κείμενο Απόφασης
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «Ζ*», καθολικής διαδόχου λόγω μετατροπής της αρχικής διαδίκοu «Ζ.*.», που εδρεύει στ...Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Τάσος Αποστολόπουλος, με δήλωση τοu άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «Κ*», που εδρεύει στ... Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ..
Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη με την από 17-4-2001 αγωγή της προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, που έχει κατατεθεί με αριθμό …/2001 ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ' αυτήν.
Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ' αρίθμ. 3930/2002 οριστική του απόφαση με την οποία έγινε δεκτή η παραπάνω αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε η εκκαλούσα με την από 27- 11-2002 έφεσή της προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί με…/2002.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας κατέθεσε εμπρόθεσμα τις προτάσεις του και παραστάθηκε στο ακροατήριο του δικαστηρίου τούτου με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατέθεσε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΙΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕΚΑΤΑ ΤΟΝΟΜΟ
Η έφεση της εναγομένης, ήδη εκκαλούσας, κατά της οριστικής 3930/2002 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο δίκασε την αγωγή της εφεσίβλητης - ενάγουσας κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμη. Πρέπει επομένως να γίνει δεκτή κατά το τοπικό της μέρος και να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Η εφεσίβλητη, στην αγωγή που άσκησε ενώπιον του πιο πάνω δικαστηρίου, ιστορούσε ότι πώλησε στην εκκαλούσα τα εμπορεύματα που περιέγραφε με τίμημα 2.203.798 δραχμές το οποίο η τελευταία δεν της κατέβαλε και ζήτησε να υποχρεωθεί η εκκαλούσα να της καταβάλει το ποσό αυτό με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημερομηνίας που είχαν συμφωνήσει να καταβληθεί. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφαση, δέχτηκε την αγωγή. Κατά της απόφασης παραπονείται τώρα η εκκαλούσα, με την υπό κρίση έφεση, και ζητεί, για τους λόγους που αναφέρει, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, την εξαφάνισή της, ώστε να απορριφθεί η αγωγή.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 534, 535, 540 και 547 του Α.Κ. προκύπτει ότι αν το πράγμα που πωλήθηκε κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή έχει πραγματικά ελαττώματα που αναιρούν ή μειώνουν ουσιωδώς την αξία ή τη χρησιμότητά του ή λείπει συμφωνημένη ιδιότητά του, ο αγοραστής δικαιούται να ασκήσει το διαπλαστικό δικαίωμα να αναστρέψει την πώληση με δήλωσή του, η οποία, χωρίς να υποβάλλεται σε κάποιο τόπο, επιφέρει από την περιέλευσή της στον πωλητή την ανατροπή της σύμβασης της πώλησης. Η πώληση ανατρέπεται αναδρομικά με αποτέλεσμα να αποσβένυνται τα δικαιώματα που πηγάζουν από αυτή και δεν είχαν εκπληρωθεί και να γεννώνται υποχρεώσεις των μερών για αμοιβαία επιστροφή των παροχών που τυχόν καταβλήθηκαν. Αν ο πωλητής αμφισβητήσει ότι ο αγοραστής είχε το δικαίωμα αναστροφής, μπορεί να ασκηθεί είτε από τον αγοραστή είτε από τον πωλητή αναγνωριστική αγωγή με αίτημα την αναγνώριση της ύπαρξης ή ανυπαρξίας του δικαιώματος αναστροφής. Στην περίπτωση αυτή η με δικαστική απόφαση άρση της παραπάνω αβεβαιότητας δεν συνεπάγεται τη μέχρι της τελεσιδικίας της εν λόγω δικαστικής απόφασης διατήρηση ενεργού της συμβάσεως της πώλησης και μετά τη δήλωση του αγοραστή για αναστροφή της πώλησης ή και την έγερση της σχετικής αγωγής, ώστε να εξακολουθούν όσο διαρκεί ο δικαστικός αγώνας υφιστάμενες οι εκατέρωθεν υποχρεώσεις, γιατί, με τη δήλωση αναστροφής, η σύμβαση της πώλησης καθίσταται και παραμένει πλέον ανενεργός (ΑΠ 160/94, ΝοΒ 43,42, ΑΠ 1730/2001, ΕλλΔ 43,1423).
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, και από όλα τα έγγραφα τα οποία νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδεικνύονται τα ακόλουθα: στις 3-8-2000 η εφεσίβλητη πώλησε και παρέδωσε στην εκκαλούσα, η οποία διατηρεί επιχείρηση παραγωyής και εμπορίας ειδών διατροφής, 13.215 κουτιά χάρτινα τυρόπιτας, 13.590 κουτιά χάρτινα ζαμπονόπιτας, 13.010 κουτιά χάρτινα μπουγάτσας και ένα κοπτικό καλούπι, προκειμένου η τελευταία να τα χρησιμοποιήσει για τη συσκευασία των προϊόντων ζύμης που παρασκεύαζε. Το τίμημα που συμφωνήθηκε για τα κουτιά ήταν συνολικά 2.109.398 δραχμές και για το κοπτικό καλούπι 94.400 δραχμές και ορίστηκε ότι έπρεπε να καταβληθεί μέσα σε διάστημα ενός μηνός από την πώληση. Σχετικά εκδόθηκε το τιμολόγιο- δελτίο αποστολής 1411/3-8-2000. Κατά τη συμφωνία τους, η εφεσίβλητη θα έπρεπε να εντυπώσει με δική της φροντίδα στα πιο πάνω χαρτοκιβώτια τα σήματα της εκκαλούσας, τις παραστάσεις, τους διασχηματισμούς, τα διακριτικά γνωρίσματα και τα προσδιοριστικά χαρακτηριστικά των προϊόντων της, σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης. Δεδομένου ότι επρόκειτο για προϊόντα τροφίμων ευρείας κατανάλωσης τα οποία πωλούνταν συσκευασμένα σε κάθε είδος αντίστοιχα καταστήματα και οι παραστάσεις στη συσκευασία αποσκοπούσαν στη δημιουργία ελκυστικής εικόνας σε τρόπο ώστε ο καταναλωτής να δελεάζεται από αυτές και να τα επιλέγει από άλλα ομοειδή και ανταγωνιστικά προϊόντα. Η σχετική τυπογραφική εργασία, έτσι, έπρεπε να εκτελεστεί κατά τρόπο άψογο τεχνικά και οι παραστάσεις να εvτυπώνονται με τη μέγιστη ευκρίνεια, ώστε να αποτελούν διαφήμιση του προϊόντος. Για το σκοπό μάλιστα αυτό η εκκαλούσα παρέδωσε στην εφεσίβλητη λιθο-γραφικά φιλμς, δοκίμια και δείγματα με βάση τα οποία θα πραγματοποιούσε αυτή τις εκτυπώσεις. Όμως, η εφεσίβλητη δεν ανταποκρίθηκε στις συμβατικές της υποχρεώσεις και παρέδωσε στην εκκαλούσα χαρτοκιβώτια με ελαττώματα που αναιρούσαν τη χρησιμότητά τους και δεν έφεραν τις συμφωνημένες ιδιότητες. Συγκεκριμένα, οι παραστάσεις, απεικονίσεις, σήματα κ.λ.π. που τύπωσε στα κιβώτια ήταν δυσδιάκριτα και με διαφοροποιημένες αποχρώσεις σε τρόπο ώστε, αντί να διαφημίζουν τα προϊόντα της εκκαλούσας, να τα δυσφημούν. Την ύπαρξη των ελαττωμάτων αυτών επιβεβαιώνει ο μάρτυρας της εκκαλούσας Δ.Ε με την κατάθεσή του ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Και η κατάθεσή του ενισχύεται από τη σύγκριση των προσκομιζόμενων από την εκκαλούσα αντιτύπων των παραστάσεων, εκείνων που συμφωνήθηκε να εντυπωθούν στα χαρτοκιβώτια και εκείνων που τελικά τύπωσε η εφεσίβλητη. Απ’ αυτή προκύπτουν πράγματι τα πιο πάνω ελαττώματα. Είναι φανερή με υγρό οφθαλμό η χρωματική ανομοιομορφία και απόκλιση από τα συμφωνηθέντα. Στα χαρτοκιβώτια που παρέδωσε η εφεσίβλητη στην εκκαλούσα το προϊόν (τυρόπιτα, κ.λ.π.) εμφανίζεται σαν να είναι μουχλιασμένο και αλλοιωμένο. Λόγω των ελαττωμάτων η εκκαλούσα με την από 8-11- 2000 εξώδικη δήλωσή τη την οποία επέδωσε στην εφεσίβλητη στις 13-11-2000 (βλ. την έκθεση επίδοσης …/2000 του δικαστικού επιμελητή του πρωτοδικείου Αθηνών Δ*), της δήλωσε ότι αναστρέφει την πώληση. Η δήλωση αυτή ήταν ισχυρή και κατέστησε ανενεργή την πώληση των χαρτοκιβωτίων από την περιέλευσή της στην εφεσίβλητη, αφού, όπως αναφέρθηκε, αυτά ήταν ελαττωματικά και δεν έφεραν τις συμφωνημένες ιδιότητες. Δεν είχε όμως καμιά συνέπεια και για το κοπτικό καλούπι που πωλήθηκε, αφού γι' αυτό δεν ισχυρίζεται η εκκαλούσα ότι είχε κάποια έλλειψη. Ο ισχυρισμός της εφεσίβλητης ότι η εκκαλούσα παρέλαβε ανεπιφύλακτα τα πωληθέντα, με τον οποίο επιχειρεί να θεμελιώσει την αντένσταση από το άρθρο 545 του Α.Κ. είναι αόριστος γιατί δεν επικαλείται συγχρόνως και ότι η εκκαλούσα παρέλαβε τα πωληθέντα γνωρίζοντας τα ελαττώματα. Ανεξάρτητα πάντως απ' αυτό, όπως
βεβαιώνει ο παραπάνω μάρτυρας της εκκαλούσας, κατά της μαρτυρίας του οποίου, ας σημειωθεί, η εφεσίβλητη τίποτα δεν προσάπτει, η εκκαλούσα ειδοποίησε αμέσως την εφεσίβλητη για τα ελαττώματα των πωληθέντων και την κάλεσε να τα παραλάβει. Και η τελευταία πρότεινε, για να διασωθεί η πώληση, να τα κρατήσει η εκκαλούσα και να καταβάλει το τίμημα με μεταχρονολογημένη επιταγή ενός έτους, αναγνωρίζοντας, έτσι, έμμεσα, την ελαττωματικότητά τους. Επομένως, εφόσον αναστράφηκε η πώληση, η εκκαλούσα δεν οφείλει το τίμημα των χαρτοκιβωτίων των 2.109.398 δραχμών, οφείλει όμως στην αντίδικό της το τίμημα του κοπτικού καλουπιού των 94.400 δρχ., με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία είχε συμφωνηθεί η καταβολή του, δηλαδή από 4-9-2000.
Με βάση τα παραπάνω έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων η εκκαλούμενη που δέχτηκε εξολοκλήρου την αγωγή. Γι' αυτό πρέπει να εξαφανιστεί. Ακολούθως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο δικαστήριο αυτό και ερευνηθεί κατ' ουσίαν, πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή εν μέρει ως νόμιμη (Α.Κ. 513, 341, 345) και κατ' ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα 94.400 δραχμές ή 277 ΕΥΡΩ με τον νόμιμο τόκο από τις 4-9-2000. Η εναγομέvη, τέλος, πρέπει να πληρώσει ένα μέρος από τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας (αρθρ. 183, 178 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση κατά το τυπικό και ουσιαστικό της μέρος.
Εξαφανίζει την εκκαλούμενη 3930/2002 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Κρατεί την αγωγή.
Δικάζει επί της ουσίας την υπόθεση. Δέχεται την αγωγή εν μέρει.
Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα διακόσια εβδομήντα επτά (277) ΕΥΡΩ με το νόμιμο τόκο από την 4- 9-2000.
Επιβάλλει εις βάρος της εκκαλούσας ένα μέρος από τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης το οποίο ορίζει και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας σε τριάντα (30) ΕΥΡΩ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 29 Μάϊου 2003 και δημοσιεύτηκε σε έκτατη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στις 2 Ιουνίου 2003 χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοί τους δικηγόροι.
